Η επωνυμία της Banpresto είναι πάρα πολύ γνωστή σε όλους μας κυρίως από τις υπέροχες φιγούρες της από αγαπημένους χαρακτήρες. Τα λεπτομερή αγαλματίδια της κοσμούν πάρα πολλές συλλογές και έχουν αγαπηθεί από όλο τον κόσμο. Εκτός όμως από τα προϊόντα της, η εταιρεία έχει μεγάλη ιστορία που ξεκινάει πάνω από 30 χρόνια πριν. Έτσι σήμερα θα κάνουμε μια αναδρομή στο παρελθόν και θα δούμε το πως η Banpresto έφτασε σε αυτό που είναι σήμερα.
Η Banpresto Co, Ltd. (πρώην Coreland Technology Inc.) ήταν μια Ιαπωνική εταιρεία developing και έκδοσης βιντεοπαιχνιδιών με έδρα τη Shinagawa του Τόκιο. Είχε ένα υποκατάστημα στο Χονγκ Κονγκ με το όνομα Banpresto H.K., το οποίο είχε την έδρα του στις Νέες Επικράτειες του Χονγκ Κονγκ. Η Banpresto ήταν εν μέρει θυγατρική της εταιρείας παιχνιδιών Bandai από το 1989 έως το 2006 και μια εξ ολοκλήρου θυγατρική της Bandai Namco Holdings από το 2006 έως το 2008. Εκτός από τα βιντεοπαιχνίδια, η Banpresto παρήγαγε παιχνίδια, μπρελόκ, ενδύματα και φιγούρες.
Η Banpresto ιδρύθηκε από τον Ιάπωνα επιχειρηματία Yasushi Matsuda ως Hoei International τον Απρίλιο του 1977. Η κακή φήμη της οδήγησε στην αλλαγή του ονόματός της σε Coreland Technology το 1982, και έγινε εταιρεία προγραμματισμού με σύμβαση για εταιρείες όπως η Sega. Ωστόσο, η Coreland αντιμετώπιζε τους δικούς της οικονομικούς περιορισμούς, έχοντας συσσωρεύσει χρέος άνω του 1,5 δισεκατομμυρίου ¥ λόγω των κακών πωλήσεων. Καθώς οι συμβατικές συμφωνίες εμπόδισαν τη Bandai να υποχωρήσει από τη συμφωνία της, επέλεξε να εξαγοράσει την εταιρεία κατά πλειοψηφία τον Φεβρουάριο του 1989. Η Coreland αναδιοργανώθηκε ξανά σε Banpresto. το όνομα προήλθε από την μίξη των «Bandai» και «presto», μια λέξη που χρησιμοποιείται για να περιγράψει τη μαγεία. Το Banpresto επικεντρώθηκε κυρίως στην παραγωγή παιχνιδιών με αδειοδοτημένους χαρακτήρες, όπως το Ultraman και το Gundam.
Η κοινή χρήση της βιβλιοθήκης του Bandai με δημοφιλείς χαρακτήρες επέτρεψε στην εταιρεία να γίνει ένας από τους μεγαλύτερους εκδότες παιχνιδιών της Ιαπωνίας τη δεκαετία του 1990. Η πρώτη επιτυχία της εταιρείας ήταν το παιχνίδι ρόλων Family Computer (RPG) SD Battle Ōzumō: Heisei Hero Basho το 1990. Το τακτικό RPG Super Robot Wars έγινε μια από τις μεγαλύτερες επιτυχίες της Banpresto, δημιουργώντας ένα εκτεταμένο franchise με πολλά sequels, spin-offs, και άλλες μορφές μέσων. Η Banpresto επηρεάστηκε αρνητικά από την ύφεση της Ιαπωνίας στα τέλη της δεκαετίας του 1990, καθώς και από μια αποτυχημένη συγχώνευση μεταξύ της Bandai και της Sega το 1997, καθώς άρχισε να υφίσταται πολλές οικονομικές απώλειες.
Τον Σεπτέμβριο του 2005, η Bandai συγχωνεύθηκε με την εταιρεία παιχνιδιών Namco για να δημιουργήσει έναν νέο όμιλο ψυχαγωγίας, τη Namco Bandai Holdings. Οι δραστηριότητες των βιντεοπαιχνιδιών Namco και Bandai συγχωνεύτηκαν και μεταφέρθηκαν σε μια νέα θυγατρική, την Namco Bandai Games, τον Μάρτιο του 2006. Η εταιρεία ανέφερε σημαντική οικονομική επιτυχία μετά τη συγχώνευση και συνέχισε να παράγει παιχνίδια βασισμένα σε αδειοδοτημένες ιδιοκτησίες, καθώς και την πώληση εξοπλισμού παιχνιδιών arcade και τη διατήρηση των αλυσίδων video arcade της.
Τον Νοέμβριο του 2007, η Namco Bandai Holdings ανακοίνωσε ότι η ανάπτυξη βιντεοπαιχνιδιών της Banpresto θα συγχωνευόταν με την Namco Bandai Games, με την τελευταία να αναλαμβάνει τον έλεγχο όλων των franchise που ανήκουν στην Banpresto. Η συγχώνευση πραγματοποιήθηκε το 2008, με την Banpresto να αναδιοργανώνεται ως παραγωγός παιχνιδιών.Οι Pleasure Cast και Hanayashiki έγιναν στη συνέχεια θυγατρικές της Namco,ενώ η Banpresto έγινε εξ ολοκλήρου τμήμα της Namco Bandai Games. Η Namco Bandai Games συνέχισε να χρησιμοποιεί την ετικέτα Banpresto σε πολλά από τα παιχνίδια της για να υποδηλώσει την κληρονομιά της μάρκας.